Κείμενο - φωτογραφίες: Ιφιγένεια Διαμάντη
Σηκώνεται στις έξι το πρωί. «Έτσι μπορώ να βγάλω δουλειά μέχρι τη μία – δύο το μεσημέρι», μου λέει. Ισχύει. Για να γράψω αυτό το κείμενο, έκανα το ίδιο, σε μια προσπάθεια to walk in her shoes, ή εν προκειμένω, try her clothes on, a bit. Έξι δεν άντεξα, εξήμιση όμως, έγραφα.
Η όψη της μου «βγάζει» πανκ ψήγματα και κάτι από Vivienne Westwood. Στην κουζίνα του σπιτιού της, η Βιβέτα Στρατηγού ράβει vintage ρούχα, τα οποία υπό το ψευδώνυμο Bourbon Mademoiselle, διαθέτει μέσω internet, αλλά και σε μπαζάαρ που κατά καιρούς στήνονται σε μαγαζιά που φιλοξενούν κάποια live swing μπάντα ή παλαιότερα σε ορισμένες εκδρομές που διοργανώνουν οι ροκενρολάδες Rollin’ Foxes. Είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση ανθρώπου που λίγο πριν από την κρίση, η ζωή την οδήγησε να στραφεί στην αξιοποίηση μιας τέχνης που έμαθε, εν προκειμένω, στο ατελιέ της θείας της και στο ραφείο του παππού της, μεγαλώνοντας στην Καισαριανή. «Δούλευα σε ασφαλιστικό γραφείο δεκατρία χρόνια και στα προεόρτια της κρίσης, ο πρώην εργοδότης μου μού πρότεινε όρους ουσιαστικά απαξιωτικούς. Ε, και έφυγα». Στην αρχή ξεκίνησε να ράβει για την ίδια, σύντομα, όμως, οι δημιουργίες της άρχισαν να έχουν ζήτηση. Το ένα έφερε το άλλο και ιδού: σήμερα, έχει ένα εισόδημα από αυτό. Φαντασία παντού Ωστόσο δεν είναι μόνο «μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε». Στην περίπτωση της Βιβέτας έχουμε να κάνουμε με ένα έμφυτο ταλέντο, μια φύση έντονα καλλιτεχνική.
Ολόκληρο το σπίτι στο οποίο ζουν με την κόρη της και τον σύντροφό της, τον μουσικό Δημήτρη Παρτσακλό, κοντραμπασίστα στη swing μπάντα The Dead Hoofers, είναι ένα έργο τέχνης. Από το πώς έχει ταιριάξει φαινομενικά ετερόκλητα έπιπλα, που για τους πρώην ιδιοκτήτες τους είχαν πια καταστεί άχρηστα, μέχρι τους πίνακες και τα κάδρα που η ίδια έχει ζωγραφίσει ή κεντήσει και κοσμούν διάφορες γωνιές, αλλά και τα μικροαντικείμενα που έχει κατασκευάσει. Η έκφραση «πιάνει το χέρι της» είναι λίγη για να περιγράψει το εύρος της δημιουργικότητάς της.Έχει να κάνει αφενός με την ικανότητα να διακρίνεις την ομορφιά και τη δεύτερη ζωή που μπορείς να δώσεις σε ένα αντικείμενο που ο άλλος πλέον θεωρεί άχρηστο, και αφετέρου, με τη φαντασία. «Οι γονείς μου είχαν μια τάση να μαζεύουν παλιά πράγματα, έπιπλα, οπότε μού ήταν κάτι οικείο. Κάποτε η μητέρα μου έφερε σπίτι σούρνοντας μια ξύλινη τουαλέτα που είχε βρει παρατημένη. Το κάνω κι εγώ αυτό. Έχω βρει άπειρα πράγματα που αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να τα πετάνε».
Δημιουργική επανάχρηση
Το ντουλαπάκι με τη βιτρίνα, που πλέον έχει βρεί περίοπτη θέση στο σαλόνι και φιλοξενεί δαντελωτά σερβίτσια, κάποτε βρισκόταν στην αυλή μιας γειτόνισσάς τους, παρατημένο, εκτεθειμένο σε όλες τις καιρικές συνθήκες. «Το λυπόμουν. Ε, και της χτυπήσαμε και μας το έδωσε. Το περάσαμε βερνίκι, κούκλα έγινε», λέει με τη χαρακτηριστική αργή της εκφορά του λόγου και τον ιδιαίτερο τονισμό των λέξεων. «Φυσικά, και κάτι μοντέρνο είναι πολύ ωραίο. Απλώς, τα παλιά πράγματα έχουν άλλη ποιότητα. Τα κατασκεύαζαν για να κρατήσουν, να διαρκέσουν. Τώρα τα κατασκευάζουν για να χαλάσουν». Στον τοίχο πάνω από τον καναπέ του σαλονιού, κρέμεται σε σχήμα Τ, με τα μανίκια σε έκταση, ένα κιμονό, περασμένο σε ένα ξύλο.
Ποτέ δε θα σκεπτόμουν να το αξιοποιούσα έτσι. Είναι σκούρο μπλε, σαν της νύχτας, με ωραία λουλούδια κεντημένα στην πλάτη. «Το βρήκα στο παζάρι του Ελαιώνα» (σ.σ.: το κυριακάτικο παζάρι του Σωματείου Ρακοσυλλεκτών «Ερμής», που κάποτε γινόταν στην Κορεάτικη Αγορά, χαμηλά στην Ερμού και πλέον έχει μεταφερθεί στην Ιερά Οδό). «Γενικά, επισκέπτομαι παζάρια και αναζητώ αντικείμενα», εξηγεί καθισμένη στον προαναφερθέντα καναπέ. «Βρίσκεις θησαυρούς». Στο τραπεζάκι μπροστά μας, ένα λαχταριστό μικρό γλυκάκι με κοιτάζει επίμονα. Στην κορυφή του έχει μια φράουλα. Νομίζω μου έκλεισε το μάτι. «Είναι ψεύτικο. Μόνη μου το έχω φτιάξει». Τα φρύδια μου κόντεψαν να φτάσουν μέχρι το ταβάνι.
Παλιά σεμαίν «βαπτίστηκαν» σε χρώμα και επανέκαμψαν δριμύτερα για να στολίσουν διάφορα σημεία του σαλονιού, ανάμεσα σε ξένα βιβλία που μιλούν για το vintage, τη διακόσμηση και τα λουλούδια, αλλά και κομψούς στατήρες που επιδεικνύουν στολίδια για το κεφάλι με τη μορφή υφασμάτινων λουλουδιών και τα οποία στη vintage αργκό θα τα συναντήσουμε ως fascinators, κάτι σαν φανταιζί κοκκαλάκια, στέκες, ή τσιμπίδια. Τέσσερα και πέντε χρόνια πριν, όταν το vintage και το ρετρό έκαναν δειλά – δειλά τα βήματά τους, «αναρριχώμενα», τρόπον τινά, πλάι στο swing που τότε μετρούσε δύο – τρία χρόνια και σαφώς πιο ολιγάριθμο κόσμο γύρω του, τόσο χορευτικά, όσο και μουσικά, «ο κόσμος μάς κοίταζε λες και ήμασταν εξωγήινοι» λέει χαρακτηριστικά η Βιβέτα, αναφερόμενη στο ντύσιμο. Ήταν η εποχή που παρακολουθούσε μαθήματα χορού στους Athens Swing Cats. Με την «έκρηξη» όλου αυτού του ρεύματος, το vintage έγινε περισσότερο mainstream. «Κάθε κορίτσι μπορεί, αν του αρέσει, να προσαρμόσει κάτι vintage στο στυλ του. Είμαι της γνώμης πως ο κάθε ένας καλό είναι να φορά ό,τι τον αντιπροσωπεύει σαν χαρακτήρα. Σε αυτήν την περίπτωση, δε βγαίνεις Καρνάβαλος». Διευκρινίζει, βέβαια, κάτι που ίσως δεν έχουν όλοι υπόψιν. «Στο εξωτερικό, vintage θεωρείται πια και η δεκαετία του ’90. Σχεδόν είκοσι πέντε χρόνια έχουν περάσει έκτοτε».
Η μαγική δημιουργικότητα της ραπτικής
Ως δημιουργός ενδυμάτων, ποια είναι άραγε τα αγαπημένα της υλικά; «Βελούδο, δαντέλα, μπροκάρ. Όλα τα υφάσματα είναι ωραία», λέει. «Η δημιουργικότητα που κρύβει μέσα της η ραπτική είναι κάτι πολύ μαγικό. Μπορεί να δώσεις σε πέντε ανθρώπους το ίδιο ύφασμα και να τους ζητήσεις να ράψουν κάτι. Θα σου έρθουν πίσω με πέντε εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους αποτελέσματα. Ο καθένας θα κάνει κάτι άλλο». Πρώτες ύλες για τη δουλειά της βρίσκει στο κέντρο της Αθήνας, όπως οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι, άλλωστε. Ωστόσο «αν θες να βρεις πράγματα που δεν υπάρχουν πουθενά, τότε θα ψάξεις στο Ίντερνετ. Στην Αμερική έχουν φυλαγμένα παλιά πατρόν. Τα βρίσκουμε στο Ίντερνετ. Τα πουλάνε αλλά πρέπει να έχεις την τύχη με το μέρος σου. Αν τύχει και το βρεις και αν σου αρέσει και ειδικά αν είναι της δεκαετίας του ‘40, ε, είναι αρκετά φθαρμένο το χαρτί, και μάλιστα έχει κάτι τρυπούλες αντί για γραμμές που έχουν τα σημερινά. Όμως, ταυτόχρονα, δεν είναι εντυπωσιακό αυτό που έχει καταφέρει η τεχνολογία; Έχει βοηθήσει τις νεότερες γενιές να γνωρίσουν παρελθούσες εποχές και την αισθητική που τις περιέβαλε».Και πόσο χρόνο αφιερώνει στις δημιουργίες της; «Είναι σχετικό. Άλλες απαιτήσεις έχει ένα φόρεμα, άλλες ένα πουκαμισάκι. Όμως αν κάτι είναι καινούριο και έχω αγωνία να δω πώς θα βγει, μπορεί να το δουλεύω ένα ολόκληρο πρωί». Γουάου, τί ωραία!
Να ξέρεις τί άλλο συμβαίνει γύρω σου
Όσην ώρα είχε την καλοσύνη να φιλοξενήσει η Βιβέτα το Swing in Greece στο σπιτικό της, στο υπόβαθρο έπαιζε μουσική swing. Ταίριαζε. Ωστόσο, δε σημαίνει ότι τα ενδιαφέροντά της περιορίζονται αυστηρά εκεί. «Θα πάω και σε μέρη που παίζουν άλλη μουσική. Μου αρέσουν κομμάτια από διάφορα είδη. Στο σπίτι όμως περισσότερο από όλα μου αρέσει να ακούω τζαζ του ’20, αλλά έρχονται και ώρες που μπορεί να θέλω να ακούσω και κάτι πανκ», εξηγεί. «Οι άνθρωποι πρέπει να συγκεντρώνουν πολλά στοιχεία, να μην επικεντρώνονται ή να αφήνουν να τους ρουφήξει μια μονομανία. Μη γινόμαστε παλαβοί. Έχει τύχει να μην ξέρουν τους Cure. Άνθρωπος που ακούει μόνο jazz. Δε γίνεται όμως να μην ξέρεις και τί άλλο υπάρχει γύρω».
Δείτε τις δημιουργίες της από κοντά
Σήμερα Παρασκευή 18/7, αύριο Σάββατο 19/7 και την Κυριακή 20/7, στον εξωτερικό χώρο του Dunkel Bar (Πανόρμου 117, κτίριο 46) διοργανώνεται υπαίθριο bazaar ρούχων, κοσμημάτων, και όχι μόνο. Θα συμμετέχει και η Βιβέτα Στρατηγού / Bourbon Mademoiselle, με καλοκαιρινές δημιουργίες, αέρινες τούλινες φούστες αλλά και ρούχα για μικρά κορίτσια. Μεταξύ άλλων, οι επισκέπτες του bazaar μπορούν να βρουν τις πολύχρωμες χειροποίητες κορδέλες για τα μαλλιά που φτιάχνει η Μέγκυ Παπαγεωργίου αλλά και τα φυσικά, μοσχομυριστά καλλυντικά Calycha της Κάλλιας Βαλλιανάτου. Παράλληλα, απόψε, στην αυλή του Dunkel, ο Δημήτρης Παρτσακλός (κοντραμπάσο), ο Γιώργος Κοστούρος (κιθάρα) και ο Δημήτρης Ψαλλίδας (κιθάρα) ή αλλιώς Manouchedrome θα ξεκινήσουν στις 21.30 μια βραδιά εμπνευσμένη από τη μουσική του Django Reinhardt και το gypsy swing, με ελεύθερη είσοδο.